Η Εθνική Οργάνωσις Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) ήταν η οργάνωση των Ελληνοκυπρίων στην οποία χρωστάει την ελευθερία της η Κύπρος από την βρετανική κατοχή και ιδρύθηκε σαν σήμερα πριν από 62 χρόνια, την 1η Απριλίου 1955.
Έδρασε κατά την χρονική περίοδο 1955-1959 και κυρίαρχο αίτημα ήταν η ένωσή της με την μητέρα Ελλάδα. Ένα αίτημα που προδόθηκε από το εσωτερικό μέτωπο με τον Μακάριο να επιλέγει την δημιουργία ανεξάρτητου κράτους, παρά την ένωση. Κάτι που εν συνεχεία η Κύπρος το πλήρωσε με τον ακρωτηριασμό της.
Ο Γεώργιος Γρίβας, πρώην αρχηγός της αντικομμουνιστικής Οργάνωσης Χ στη δεκαετία του 1940, είχε συλλάβει από νωρίς την ιδέα της ένοπλης δράσης στην Κύπρο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, παρουσίασε τις απόψεις του στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο Γ΄, ο οποίος αρχικά ήταν αρνητικός.
Το 1952 πραγματοποιήθηκε σειρά συναντήσεων, στις οποίες συμμετείχαν εκτός του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Μακάριου Γ΄ και του ίδιου του Γρίβα, ο κυπριακής καταγωγής δημοσιογράφος Αχιλλέας Κύρου και οι δικηγόροι Σάββας και Σωκράτης Λοϊζίδης, καθώς και Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριοι πνευματικοί άνθρωποι και στρατιωτικοί. Σύνδεσμος με την Κύπρο ήταν ο Ανδρέας Αζίνας.
Ο Μακάριος Γ΄ είχε και πάλι δισταγμούς. Τελικά συναίνεσε το 1954, με τον όρο ότι οι επιθέσεις θα γίνονταν κατά των βρετανικών εγκαταστάσεων χωρίς … ανθρώπινα θύματα!
Ο Γρίβας, έχοντας προετοιμάσει το έδαφος με παλιότερες επισκέψεις του στο νησί, αφού μετακινήθηκε αρχικά στη Ρόδο, έφτασε και στην Κύπρο. Η σύλληψη του ελλαδικού καϊκιού «Άγιος Γεώργιος», που μετέφερε πολεμοφόδια στο νησί, από τους Βρετανούς τον Ιανουάριο του 1955 δεν εμπόδισε τελικά τη σύσταση της οργάνωσης
Η στάση της Κυβέρνησης Παπάγου απέναντι στην ΕΟΚΑ θεωρούνταν από τους Άγγλους και τους Τούρκους φιλική και υποστηρικτική. Όμως αρχικά ο Αλέξανδρος Παπάγος, ενήμερος για τις προθέσεις του Γρίβα, προσπάθησε να τον αποθαρρύνει.
Μάλιστα φαίνεται να είχε διατάξει τη σύλληψή του όσο ήταν στη Ρόδο όμως η διαταγή είχε φτάσει καθυστερημένα αφού ο Γρίβας είχε φύγει για την Κύπρο.
Μετά την απόρριψη της ελληνικής προσφυγής στον ΟΗΕ αποδέχθηκε ο Παπάγος το ενδεχόμενο της ένοπλης δράσης.
Αυτό που είναι σίγουρο όμως είναι ότι Ελλαδίτες ιθύνοντες, ακόμα και άνθρωποι γύρω από τον Παπάγο, βοηθούσαν στο πρώτο αυτό στάδιο την ΕΟΚΑ.
Σε κάθε περίπτωση ο Γρίβας δεν λάμβανε εντολές από την ελληνική κυβέρνηση: η ΕΟΚΑ οργανώθηκε και στελεχώθηκε με την προσωπική φροντίδα του ίδιου του αρχηγού της.
Οι μαχητές της ΕΟΚΑ στρατολογούνταν κατ΄ εξοχήν από οργανώσεις της Εθναρχίας και κυρίως οργανώσεις της νεολαίας. Συγκεκριμένα, τα περισσότερα μέλης της ΕΟΚΑ προέρχονταν από οργανώσεις όπως η ΟΧΕΝ, η ΠΕΟΝ, η ΣΕΚ και η ΠΕΚ ενώ δεν ήταν λίγοι και οι μαθητές σχολείων.
Οι αγωνιστές, πριν γίνουν μέλη της ΕΟΚΑ, έδιναν όρκο με τον οποίο δεσμεύονταν ότι θ’ αγωνιστούν με όλες τους τις δυνάμεις για την απελευθέρωση της Κύπρου. Έλεγαν ορκιζόμενοι:
«Ορκίζομαι εις το όνομα της Αγίας Τριάδος ότι:
1. Θα αγωνισθώ με όλας μου τας δυνάμεις δια την απελευθέρωσιν της Κύπρου από τον Αγγλικόν ζυγόν, θυσιάζων και αυτήν την ζωήν μου.
2. Δεν θα εγκαταλείψω τον αγώνα υπό οιονδήποτε πρόσχημα παρά μόνον όταν διαταχθώ υπό του Αρχηγού της Οργανώσεως και αφού εκπληρωθή ο σκοπός του αγώνος.
3· Θα πειθαρχήσω απολύτως εις τας διαταγάς του Αρχηγού της Οργανώσεως και μόνον τούτου.
4. Συλλαμβανόμενος θα τηρήσω απόλυτον εχεμύθειαν τόσον επί των μυστικών της Οργανώσεως όσον και επί των ονομάτων των συμμαχητών μου, έστω και εάν βασανισθώ δια να ομολογήσω.
5. Δεν θα ανακοινώ εις ουδένα διαταγήν της Οργανώσεως ή μυστικόν το οποίον περιήλθεν εις γνώσιν μου παρά μόνον εις εκείνους δι’ ους έχω εξουσιοδότησιν υπό του Αρχηγού της Οργανώσεως.
6. Τας πράξεις μου θα κατευθύνη μόνον το συμφέρον του αγώνος και θα είναι απηλλαγμέναι πάσης ιδιοτέλειας ή κομματικού συμφέροντος.
7. Εάν παραβώ τον όρκον μου θα είμαι ΑΤΙΜΟΣ και άξιος πάσης ηρωρίας»
Με τον πιο πάνω όρκο δεσμευμένοι οι αγωνιστές είχαν ακμαίο και σταθερό φρόνημα σ’ όλη τη διάρκεια του Αγώνα. Δεν λύγιζαν στις απειλές του δυνάστη, στις Βαριές ποινές των δικαστηρίων, στα απάνθρωπα Βασανιστήρια.
Ούτε και η καταδίκη τους στον δι’ απαγχονισμού θάνατο μπόρεσε να κάμψει το φρόνημα τους, γιατί πίστευαν στον Θεό και στην Ελλάδα.
Οι Βρετανοί χαρακτήρισαν την ΕΟΚΑ ως «οργάνωση τρομοκρατική» και κινητοποιήθηκαν άμεσα για να την καταστρέψουν.
Επίσης ισχυρίζονταν ότι ο Μακάριος ήταν ο πραγματικός ηγέτης της οργάνωσης, κάτι που δεν ήταν ακριβές. Ο Μακάριος σύρθηκε στον αγώνα.
Έτσι άρχισαν να συνεργάζονται με τους Τούρκους στο ίδιο το νησί. Ανησυχίες εξέφρασε και η τουρκική κυβέρνηση.
Ο ένοπλος αγώνας του Κυπριακού λαού εναντίον των Άγγλων άρχισε 30 λεπτά μετά τα μεσάνυκτα της 31ης Μαρτίου προς την 1η Απριλίου 1955, σύμφωνα με τις οδηγίες του Διγενή.
Εκκωφαντικές εκρήξεις συγκλόνισαν τη Λευκωσία, τη Λάρνακα και τη Λεμεσό, καθώς και στρατιωτικές επισταθμίες.
Στη Λευκωσία οι εκρήξεις έγιναν: α) Στον κυβερνητικό ραδιοσταθμό, που ήταν όργανο της βρετανικής προπαγάνδας. Οι ζημιές που προξενήθηκαν ήταν γύρω στις 20 χιλιάδες λίρες, β) Στην Αρχιγραμματεία, όπου οι ζημιές ήταν σημαντικές, γ) Στο Γραφείο Παιδείας, όπου προκλήθηκε πυρκαγιά και κατακάηκαν έγγραφα, δ) Σε εγκαταστάσεις πίσω από τους στρατώνες Γούλσλεϋ.
Στη Λάρνακα προκλήθηκαν εκρήξεις: α) Στον κεντρικό αστυνομικό σταθμό, β) Στο διοικητήριο, γ) Στο δικαστικό μέγαρο, δ) Στο σπίτι του αστυνόμου Μίλιγκ, ε) Στο σπίτι του διοικητή Μουφτιζαντέ. Σ’ όλες τις περιπτώσεις προξενήθηκαν ζημιές. Οι πιο πολλές ήταν στο δικαστικό μέγαρο.
Στη Λεμεσό η επίθεση έγινε εναντίον του κεντρικού αστυνομικού σταθμού και του αστυνομικού σταθμού της συνοικίας Αγίου Ιωάννη. Υπήρξαν σοβαρές ζημιές και στις δύο περιπτώσεις. Σημαντικές ζημιές έγιναν και από τις εκρήξεις της επισταθμίας Επισκοπής της επαρχίας Λεμεσού.
Στην επαρχία της Αμμοχώστου προσβλήθηκε η αποθήκη στρατιωτικού καταυλισμού, που βρισκόταν πλησίον του δρόμου Αμμοχώστου – Λάρνακας, όπου έγιναν εκρήξεις. Μια άλλη ομάδα της ίδιας επαρχίας αποπειράθηκε να πυρπολήσει τη βενζιναποθήκη του ηλεκτροπαραγωγού σταθμού της επισταθμίας Δεκέλειας.
Οι κυπριακές εφημερίδες στην έκδοση της 1ης Απριλίου πρόλαβαν και δημοσίευσαν τις πρώτες συγκλονιστικές ειδήσεις από την έναρξη του Αγώνα της ΕΟΚΑ.
Για τις εκρήξεις στη Λευκωσία η εφημερίδα «Έθνος» έγραψε:
«Κατά την 12.40 μ. μεσονύκτιον ώραν ολόκληρος η Λευκωσία ανεστατώθη εκ συνεχών και σφοδρών εκρήξεων και έντρομοι οι κάτοικοι ηγέρθησαν από τας κλίνας των και εξήλθον εις τας οδούς, ζητούντες πληροφορίας δια την αιτίαν των εκρήξεων τούτων. Αμέσως, δύο πυροσβεστικοί της Αστυνομίας ξεκίνησαν εκ του παρά την Πύλην Πάφου Αστυνομικού Αρχηγείου, κατευθυνθείσαι η μεν μία προς δυσμάς, η δε άλλη προς ανατολάς, εξελθούσαι των τειχών της πόλεως. Ταυτοχρόνως ηκούοντο επανειλημμένα σφυρίγματα αστυνομικών».
Ο Παναγιώτης Παπαναστασίου, μέλος της ομάδας Μάρκου Δράκου, που έκανε την επίθεση στον κυβερνητικό ραδιοσταθμό της Λευκωσίας, αφηγείται τα εξής:
«Την νύκτα της 31ης Μαρτίου προς την 1 Απριλίου 1955 τέσσερεις άνδρες υπό την αρχηγίαν του Μάρκου Δράκου συνεκεντρώθημεν εις οικίαν εν Λευκωσία. Το μεσονύκτιον μας ανεκοινώθη ότι την 00.30 π.μ. έπρεπε να επιτεθώμεν εναντίον του κυβερνητικού ραδιοσταθμού. Εκινήθημεν αμέσως προς ραδιοσταθμόν, όστις εφρουρείτο υπό ενός Έλληνος και ενός Τούρκου, η όλη δε περιοχή ήτο αποκλεισμένη δια συρματοπλεγμάτων. Προσηγγίσαμεν το συρματόπλεγμα και ο Δράκος απέκοψε δια ψαλίδος μέρος τούτων, αμέσως δε όλοι ωρμήσαμεν εντός του κτιρίου. Οι φρουροί εξουδετερώθησαν, το δε τηλεφωνικόν σύρμα απεκόπη. Ετοποθετήσαμεν δυναμίτιδα εις διάφορα μέρη του σταθμού, περιεχύσαμεν βενζίνην εις τα μηχανήματα και ακολούθως εθέσαμεν πυρ. Αι προκληθείσαι ζημίαι ήσαν σημαντικές».
Ο Διγενής σημείωσε για τη δράση της ΕΟΚΑ την 1η Απριλίου: «Η ενέργεια μας αυτή αιφνιδίασε τους πάντας: Τας αρχάς της Κύπρου, τους Κυπρίους, τους εν Ελλάδι. Δεν έλειψαν εν τούτοις και αι αντιδράσεις… Η πρώτη εντύπωσις μεταξύ του Ελληνικού πληθυσμού της νήσου υπήρξεν αρίστη. Ο λαός βλέπει πλέον τον Εθνικόν αγώνα του να λαμβάνη έμπρακτον εκδήλωσιν, αντί της ακολουθούμενης μέχρι της ημέρας εκείνης τακτικής του χαρτοπόλεμου»
Σε απόρρητη έκθεση της Αγγλικής Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, η οποία δρούσε στην Κύπρο, γράφτηκε: «Η έκρηξις της τρομοκρατίας εις τόσον μεγάλην κλίμακα υπήρξε δι’ ημάς ο μεγαλύτερος αιφνιδιασμός».
Για την έκπληξη, που η ΕΟΚΑ προκάλεσε στη Βρετανική Κυβέρνηση, ο Χάρολντ Μακμίλλαν, Υπουργός των Εξωτερικών της Βρετανίας, γράφει στα Απομνημονεύματα του:
«Το Υπουργείον Αποικιών εφαίνετο κάπως έκπληκτον και κάπως στενοχωρημένον δι’ αυτήν την εξέλιξιν. Αλλ’ ήτο φανερόν ότι το σύστημα πληροφοριών και ασφαλείας εις την νήσον ήτο ελαττωματικον».
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος έγραψε στον Διγενή μετά τα γεγονότα της 1ης Απριλίου:
«Σας στέλλω τις θερμότερες ευχές μου και τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια. Χίλιες φορές εύγε! Οι κατακτηταί αντιλαμβάνονται ότι μπήκαμε σε σοβαρόν στάδιον αγώνος».
Από την πρώτη ημέρα του αγώνα είχε την πρώτη της απώλεια τον Μόδεστο Παντελή, από το Λιοπέτρι. Πέθανε από ηλεκτροπληξία στην προσπάθεια του ν’ αποκόψει ηλεκτροφόρα σύρματα, για να επέλθει συσκότιση και να δράσουν πιο αποτελεσματικά οι ομάδες της ΕΟΚΑ στην Αμμόχωστο.
Την ίδια μέρα καταζητήθηκε από την Αστυνομία ο τομεάρχης Αμμοχώστου Γρηγόρης Αυξεντίου, που ήταν επικεφαλής της ομάδας η οποία έδρασε στην επισταθμια της Δεκέλειας.
Επικηρύχθηκε με το ποσό των £250, που θα έπαιρνε όποιος έδινε τέτοιες πληροφορίες, οι οποίες θα οδηγούσαν στη σύλληψη του. Αργότερα το ποσό αυξήθηκε στις £5.000, ενώ στην περίπτωση του Διγενή το ποσό της επικήρυξης του ήταν £10.000.
Όλοι οι μετέπειτα καταζητούμενοι επικηρύσσονται με το ποσό των £5.000.
Στη Λάρνακα η Αστυνομία συνέλαβε πέντε μέλη της ΕΟΚΑ, που έδρασαν την 1η Απριλίου. Συνελήφθη ο τομεάρχης Σταύρος Ποσκώτης, δυο ομαδάρχες και δυο μέλη των ομάδων.
Από τα μέλη της ΕΟΚΑ στην επαρχία Αμμοχώστου, συνελήφθη ο Χριστοφής Παντελή, αδελφός του Μόδεστου Παντελή, ο οποίος επέστρεφε από την επιχείρηση της ΕΟΚΑ στην επισταθμια της Δεκέλειας.
Όλοι οι συλληφθέντες καταδικάστηκαν έπειτα σε πολυετείς φυλακίσεις. Η προσαγωγή τους στο δικαστήριο και η καταδίκη τους δεν έκαμψαν το ηθικό τους ούτε κλόνισαν την πίστη τους στην ελευθερία της Κύπρου.
Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Χριστοφή Παντελή ενώπιον του δικαστηρίου, προτού ακούσει την καταδικαστική γι’ αυτόν απόφαση σε επταετή φυλάκιση:
«Απλώς έκαμα το καθήκον μου ως Έλλην πατριώτης δια την ελευθερίαν, δια την οποίαν Άγγλοι και Κύπριοι επολέμησαν μαζί»
Η αποικιακή διοίκηση συγκρότησε νέα σώματα επικουρικής αστυνομίας από Τουρκοκύπριους, οι οποίοι «αποδείχθηκαν ιδιαίτερα πρόθυμοι στις κατασταλτικές επιχειρήσεις σε βάρος της ΕΟΚΑ και του ελληνοκυπριακού πληθυσμού».
Ο αριθμός των βρεταννικών δυνάμεων που αντιμετώπιζαν την ΕΟΚΑ κυμαινόταν από 12.000 άνδρες το φθινόπωρο του 1955 έως πάνω από 34.000 ένα χρόνο αργότερα.
Αργότερα, το 1957, και όταν η ΕΟΚΑ είχε κηρύξει ανακωχή, ο αριθμός μειώθηκε αισθητά. Στα τέλη του 1958 εποχή νέας κορύφωσης της σύγκρουσης, υπήρχαν περί τους 30.000 στρατιώτες. Οι αριθμοί δείχνουν ότι πάρα και την ύπαρξη της επικουρικής αστυνομίας και άλλων μέσων , οι Βρεταννοί αδυνατούσαν να εξαρθρώσουν την ΕΟΚΑ.
Από τις πρώτες αντιδράσεις των Άγγλων ήταν η θέσπιση του νόμου της 15ης Ιουλίου 1955 για προσωποκράτηση χωρίς δίκη και η δημιουργία κρατητηρίων. Σύμφωνα με τον έκτακτο αυτό νόμο, η αστυνομία μπορούσε να συλλάβει οποιονδήποτε και να τον κρατήσει χωρίς δίκη με διάταγμα που εκδιδόταν με εντολή του Κυβερνήτη και υπογραφή του Διοικητικού Γραμματέα.
Πρώτο κρατητήριο ήταν οι Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας και στη συνέχεια το μεσαιωνικό κάστρο της Κερύνειας. Μετά από απόδραση 16 αγωνιστών της ΕΟΚΑ από το κάστρο (3 Σεπτεμβρίου του 1955 ιδρύθηκαν στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Κοκκινοτριμιθιά, κι αργότερα στην Πύλα, στο Πολέμι, την Αγύρτα, το Μάμμαρι, το Πυρόι.
Από την αρχή του Αγώνα οι Αγγλοι επιδίωξαν ν’ ανακαλύψουν ποιος κρύβεται πίσω από το ψευδώνυμο Διγενής, που δήλωνε ότι είναι ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ.
Την απορία τους έλυσε στις 24 Απριλίου 1955 ο Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας Νίκος Ζαχαριάδης, ο οποίος σε ομιλία του από το ραδιοφωνικό σταθμό «Ελεύθερη Ελλάδα» «κάρφωσε» ότι αρχηγός της ΕΟΚΑ είναι ο Κύπριος συνταγματάρχης Γεώργιος Γρίβας!
Το ΚΚΕ χαρακτήριζε την ΕΟΚΑ από τα αρχικά της «Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αλητών». Ελάχιστοι γνωρίζουν την προδοτική στάση του ΚΚΕ στον Κυπριακό Αγώνα και νομίζουν ότι περιορίζεταια μόνο στο Μακεδονικό ή στις λοιπές πράξεις του.
Ο ραδιοσταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα» συνέχισε με τις εκπομπές του να εκτοξεύει κατηγορίες εναντίον του απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ, του Διγενή και του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
Η συγκρότηση εκ μέρους αποικιακής διοίκησης αστυνομικού σώματος από Τουρκοκυπρίους έδινε άλλη διάσταση στην σύγκρουσή της με την ΕΟΚΑ: θα προκαλούσε συγκρούσεις ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.
Συγκροτήθηκε πολύ σύντομα αντίστοιχη τουρκοκυπριακή οργάνωση με την ονομασία Βολκάν, η οποία το 1957 θα μετονομαστεί σε Τ.Μ.Τ (Τουρκική Οργάνωση Αντίστασης-Türk Müdafaa Teskilâti).
Αξιωματικοί του Τουρκικού στρατού θα την οργανώσουν και θα την καθοδηγήσουν. Η σχέση της με τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ήταν άμεση σε αντίθεση με την ΕΟΚΑ, η οποία οργανώθηκε από απόστρατο αξιωματικό του ελληνικού στρατού και δεν αποτέλεσε ποτέ όργανο των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Δεν έλειψαν και οι περιπτώσεις εξασφάλισης πολεμικού υλικού από Τουρκοκυπρίους, όπως από τον Σταύρο Στυλιανίδη από τη Γυαλούσα.
Η αρχική προπαρασκευή σύμφωνα με τον Γρίβα διήλθε από δύο φάσεις, εκ της πρώτης περιελάμβανε δύο προσωπικές του αναγνωρίσεις στην Κύπρο ώστε να καταρτιστεί και να εξεταστεί το Γενικό σχέδιο, οργάνωθηκαν οι πρώτοι πυρήνες αντίστασης και έγινε η παραλαβή πολεμικού εξοπλισμού εξ Ελλάδος. Η πρώτη φάση διήρκεσε από τον Ιούνιο 1951 και τελείωσε τον Νοέμβριο 1954.
Η δεύτερη φάση περιελάμβανε την εκπαίδευση των πυρήνων και την επιλογή και κατάρτιση των επιχειρησιακών σχεδίων για την προσβολή των πρώτων στόχων. Αυτή η φάση διήρκεσε από τον Νοέμβριο 1954 εώς και την 1η Απριλίου 1955 με την έναρξη του αγώνος. Οι Βρετανοί αξιωματούχοι παραδέχτηκαν ότι δεν γνώριζαν τίποτε περί της δράσης της ΕΟΚΑ.
Η προσπάθεια της ΕΟΚΑ αποτελεί τον τελευταίο χρονικά εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων.
Η Κύπρος του 1955-1959 αποτέλεσε μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις στις οποίες οι Βρετανοί απέτυχαν να νικήσουν σε έναν αποικιακό πόλεμο. Η δράση της οργάνωσης κατέδειξε σε όλο τον κόσμο ότι η Κύπρος ήταν πλέον μια περιοχή επαναστατημένη.
Η Ε.Ο.Κ.Α. Β’ ( Εθνική Οργάνωσις Κυπρίων Αγωνιστών Β΄) ήταν μια ένοπλη οργάνωση που δημιουργήθηκε στην Κύπρο το 1971.
Ιδρύθηκε πάλι από τον Γεώργιο Γρίβα -Διγενή, με σκοπό την ένοπλη δράση για την δημιουργία των προϋποθέσεων που θα οδηγούσαν στην ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
Μετά τον θάνατο του Γρίβα τον Ιανουάριο του 1974 έπαψε να λειτουργεί σε πολιτικό επίπεδο.
Αντιτάχθηκε κατά της πολιτικής του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και Αρχιεπίσκοπου της Κυπριακής Εκκλησίας Μακαρίου, που απέρριπτε την Ενωση με την Ελλάδα.
Ο θάνατος του Γρίβα βρήκε την ΕΟΚΑ Β’ να αγωνίζεται στην τουρική εισβολή χωρίς τον φυσικό της ηγέτη, ο οποίος μπορούσε να αλλάξει πολλά αν ζούσε έναν ακόμα χρόνο.
Στις 20 Ιουλίου μέλη της ΕΟΚΑ Β’ αποτέλεσαν τον πυρήνα του Τάγματος Μιχαήλ Καλογερόπουλου-Διάκου,το οποίο επωμίστηκε το κύριο βάρος των επιχειρήσεων κατά των τουρκοκυπριακων θυλάκων της Λεμεσού ενώ άνδρες της ΕΟΚΑ Β’ κατέλαβαν το τουρκοκυπριακο χωριό Αυδήμου,το οποίο ήταν κέντρο στρατιωτικής εκπαίδευσης των Τουρκοκυπρίων της Λεμεσού.
Μετά την εισβολή και την παγιοποίηση της κατοχής του βορείου κομματιού της Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα,η ΕΟΚΑ Β’ έπαυσε ουσιαστικά να υφίσταται. Η οριστική διάλυσή της κηρύσσεται στις 11 Φεβρουαρίου του 1978. Αυτή η προκήρυξη ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε ως γνήσια…
Πάντα στις ψυχές των Ελλήνων η ΕΟΚΑ θα έχει μία θέση δίπλα στην Φιλική Εταιρεία και τους Μακεδονομάχους…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου