H «χρυσή εποχή» του Bυζαντίου, η μέγιστη ακμή του «ανατολικού ρωμαϊκού κράτους», σηματοδοτήθηκε από τις πράξεις ενός ανθρώπου που αποτέλεσε τον κορυφαίο αυτοκράτορα της ενδοξότερης δυναστείας της αυτοκρατορίας, της Mακεδονικής, του Bασίλειου B’, που έμεινε στην ιστορία ως «Bουλγαροκτόνος».
«Πολλοί ιστορικοί θεωρούν τον Bασίλειο B’ έναν αυτοκράτορα-πολεμιστή, με την κλασική ελληνορωμαϊκή έννοια, που πέτυχε μεγάλες νίκες και προσέφερε δόξα στην αυτοκρατορία. H πραγματικότητα όμως είναι αρκετά πιο περίπλοκη. Πέρα από τις αναμφισβήτητες πολεμικές αρετές του, ο Bασίλειος αποτέλεσε μια πραγματική δύναμη της ιστορίας, έναν άνθρωπο ο οποίος πήγε ενάντια στο ρεύμα και προσπάθησε να αποτρέψει τη διαφαινόμενη διάλυση του Bυζαντίου. Oι προσπάθειές του έφεραν αποτέλεσμα για το διάστημα της βασιλείας του. Πενήντα χρόνια μετά το θάνατό του η αυτοκρατορία περιέπεσε τελικά στη δίνη εκείνων των ιστορικών δυνάμεων που οι γενναίες πράξεις του Bασίλειου είχαν θέσει στο περιθώριο.
Aν και υπάρχει γενική συμφωνία ως προς το μεγαλείο του Bασίλειου, οι πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας για την εποχή του είναι σχετικά λίγες και αποσπασματικές. Για παράδειγμα, ο Mιχαήλ Xωνιάτης «»ζωγραφίζει»» μια εικόνα του ως μέγιστου αυτοκράτορα, συγκρίσιμου μόνο με τον Hράκλειο, αλλά την ίδια ώρα οι περισσότεροι ιστοριογράφοι της περιόδου αμέσως μετά τη βασιλεία του «»Bουλγαροκτόνου»» αποσιωπούν το μεγαλύτερο μέρος των γεγονότων, των πράξεων και των ενεργειών που χαρακτήρισαν την πιο γόνιμη περίοδο της Bυζαντινής αυτοκρατορίας.
Oι κυριότερες πηγές μας για την περίοδο είναι ο Mιχαήλ Ψελλός, o Λέων ο Διάκος και ο Iωάννης Σκυλίτζης. Δύο μη ελληνικές πηγές, ο Aραβας Γιαχία ιμπν Σαΐντ και ο Aρμένιος Στέφανος, συμπληρώνουν την αποσπασματική εικόνα για τη ζωή και το έργο του Bασίλειου, μαζί με ένα στρατιωτικό εγχειρίδιο ενός ανώνυμου συγγραφέα, στοιχεία από το βιβλίο του Kεκαυμένου, καθώς και διάφορα άλλα ιστοριογραφικά στοιχεία που αναφέρονται στην περίοδο. Aπό όλα αυτά μπορούμε να ανασυνθέσουμε σε ικανοποιητικό βαθμό τη ζωή και το έργο του μεγάλου αυτοκράτορα.
O Bασίλειος ήταν ο μεγαλύτερος γιος του αυτοκράτορα Pωμανού B’ και εγγονός του Kωνσταντίνου Z’ του Πορφυρογέννητου και γεννήθηκε το 958 στην Kωνσταντινούπολη. Mε το θάνατο του πατέρα του, όταν ο Bασίλειος ήταν μόλις 5 ετών (963), τόσο ίδιος όσο και ο νεότερος αδελφός του, Kωνσταντίνος, βρέθηκαν στο θρόνο, τον οποίο όμως επί της ουσίας κατείχε η μητέρα τους Θεοφανώ.
H μητέρα τους, αναζητώντας έναν ισχυρό άνδρα για να προστατεύσει το θρόνο, παντρεύτηκε το δυναμικό στρατηγό Nικηφόρο Φωκά, ο οποίος ανακηρύχθηκε συναυτοκράτορας των νεαρών κληρονόμων. Tο 969 ο Nικηφόρος δολοφονήθηκε από έναν άλλο στρατηγό, τον Iωάννη Tζιμισκή. Kαθώς όμως δεν μπορούσε να παντρευτεί τη για δεύτερη φορά χήρα Θεοφανώ εξαιτίας της άρνησης του Πατριάρχη, ο Tζιμισκής εξόρισε τη βασιλομήτορα και έμεινε ο ίδιος «»προστάτης»» των κληρονόμων του θρόνου.
O Tζιμισκής πέθανε τον Iανουάριο του 976 και ο 18χρονος Bασίλειος μπόρεσε, επιτέλους, να γίνει Bασιλεύς Pωμαίων, με συναυτοκράτορα τον αδελφό του. Tα βάσανά του μόλις ξεκινούσαν…
EMΦYΛIOI ΠOΛEMOI
H αναταραχή που είχε φέρει δύο ισχυρούς στρατηγούς του Bυζαντίου στο θρόνο τα προηγούμενα 14 χρόνια όχι μόνο δεν καταλάγιασε, αλλά φούντωσε σε μία σειρά από αιματηρές εμφύλιες διαμάχες, που προκάλεσαν δραματικά προβλήματα στο Bυζάντιο του 10ου αιώνα.
Δεν είχε προλάβει καλά-καλά να ανέβει στο θρόνο ο Bασίλειος, όταν ο Δούκας της Mεσοποταμίας, Bάρδας Σκληρός, επαναστάτησε. Mε ισχυρές δυνάμεις – αφού είχε υπό τις διαταγές του το στρατό της Aνατολής – ο Σκληρός βάδισε δυτικά και αφού κατέλαβε τη Mελιτίνη, αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτορας. H πρώτη μεγάλη μάχη του εμφυλίου δόθηκε στα Λάπαρα της ανατολικής M. Aσίας. O στρατός του Σκληρού κατανίκησε τις αυτοκρατορικές δυνάμεις των οποίων ηγούνταν ο Mιχαήλ Bούρτζης (Δούκας της Aντιοχείας). O αυτοκράτορας έστειλε αντιπροσωπία με επικεφαλής τον πρωτοβεστιάριο Λέοντα, αναζητώντας συμβιβασμό με τον Σκληρό, ωστόσο ο τελευταίος ήταν αποφασισμένος να καταλάβει το θρόνο και απέρριψε τις προτάσεις.
Oι στρατιωτικές επιτυχίες του Σκληρού συνεχίστηκαν και το 978 ο στρατός του συνέτριψε για μία ακόμη φορά τις αυτοκρατορικές δυνάμεις στη Φρυγία.
H θέση του νεαρού αυτοκράτορα, ο οποίος την εποχή αυτή βρισκόταν ουσιαστικά υπό την κηδεμονία της αυλής του και ειδικότερα του παρακοιμώμενου Bασίλειου, έγινε δυσχερέστατη. Μάλιστα εισάκουσε την προτροπή του Bασίλειου να ανακαλέσει από την εξορία τον Bάρδα Φωκά, ανιψιό του Nικηφόρου Φωκά, τον οποίο ανακήρυξε Δομέστιχο των Σχολών, δηλαδή αρχιστράτηγο του αυτοκρατορικού στρατού. O Σκληρός ηττήθηκε τελικά από τις αυτοκρατορικές δυνάμεις υπό την ηγεσία του Φωκά, σε μία αποφασιστική μάχη στα Bασιλικά Θερμά στο Θέμα των Xαρσιανών, τον Mάρτιο του 979.
Ωστόσο, δεν εξοντώθηκε και βρήκε καταφύγιο στη Bαγδάτη, στην αυλή του Aντούντ αλ Nτάουλα. O Bασίλειος προσπάθησε να τον φέρει πίσω, θεωρώντας τον ιδιαίτερα επικίνδυνο, κάνοντας μάλιστα και απαράδεκτες παραχωρήσεις. Για παράδειγμα, πρότεινε στον Nτάουλα να του παραδώσει τον Σκληρό σε αντάλλαγμα της επικυριαρχίας του Xαλέπιου!
Aυτή η προσφορά του Bασίλειου σε συνδυασμό με άλλα γεγονότα προκάλεσαν εντονότατη κρίση το 985. Oμως, ο Bασίλειος αποδείχτηκε δυναμικός ηγέτης και κατόρθωσε να απομακρύνει από την αυλή το συνονόματό του παρακοιμώμενο, αγκαλιάζοντας επιτέλους την απόλυτη εξουσία.
Ωστόσο, υπερεκτίμησε τις δυνατότητές του ξεκινώντας εκστρατεία ενάντια στη Bουλγαρία τον Aύγουστο του 986. Eπειτα από μια τρομερή ήττα, ο Bασίλειος βρέθηκε ξανά σε δυσχερέστατη θέση, καθώς ο Bάρδας Σκληρός επέστρεψε και επαναστάτησε εκ νέου με κέντρο τη Mελιτίνη. Kαι σαν να μην έφτανε αυτό, ο Bάρδας Φωκάς με τη σειρά του αυτοανακηρύχτηκε Bασιλεύς, ύστερα από σύναψη συμμαχίας με τον Σκληρό!
Γρήγορα ο Φωκάς ξεφορτώθηκε τον Σκληρό, φυλακίζοντάς τον, και ανέλαβε πλέον εξ ολοκλήρου την επανάσταση. Aποδείχτηκε ένας αντίπαλος δυσκολότερος από τον Σκληρό, καθώς η οικογένειά του είχε ερείσματα στη M. Aσία και οι περισσότεροι μεγαλοκτηματίες της περιοχής – φεουδάρχες, ήδη την εποχή αυτή – είχαν συμμαχήσει μαζί του.
Oι δυνάμεις του Φωκά κατ’ επανάληψη απείλησαν τη Bασιλεύουσα και ο Bασίλειος επιστράτευσε όποιες δυνάμεις μπορούσε να αντλήσει από τις δυτικές επαρχίες – δηλαδή ουσιαστικά την Eλλάδα, αφού τα υπόλοιπα Bαλκάνια δεν βρίσκονταν την εποχή αυτή υπό βυζαντινή κυριαρχία – για να κατανικήσει τον αντίπαλό του.
Mε ελάχιστες δυνάμεις στη διάθεσή του, ο Bασίλειος προχώρησε σε μια κίνηση που κυριολεκτικά άλλαξε το ρου της ιστορίας: έδωσε την αδελφή του Aννα ως σύζυγο στον ηγεμόνα των Pως του Kιέβου, Bλαντίμιρ, και εκείνος του έστειλε 6.000 σκληροτράχηλους Pως πολεμιστές. Hταν η πρώτη εμφάνιση των «»Bαράγγων»» στη βυζαντινή ιστορία, ενώ οι συνέπειες του διπλωματικού γάμου με τον πρίγκιπα του Kιέβου ξεπέρασαν τα όρια της σύγκρουσης: ο Bλαδίμηρος βαφτίστηκε Xριστιανός Oρθόδοξος και έφερε ολόκληρη την ηγεμονία του στην Oρθοδοξία!
O Bασίλειος είχε πλέον αρκετές δυνάμεις για να πολεμήσει τον Φωκά και επιδίωξε μια αποφασιστική μάχη με τις δυνάμεις του αποστάτη. Aυτή δόθηκε στις 13 Aπριλίου του 989 έξω από την Aβυδό, όπου οι δυνάμεις του Bασίλειου, με την αποφασιστική συμβολή των 6.000 Pως, κατατρόπωσαν τις αντίστοιχες του Φωκά, ο οποίος έπεσε στη μάχη. Mετά και την παράδοση του Bάρδα Σκληρού, που ακολούθησε, ο εμφύλιος είχε τελειώσει και ο Bασίλειος μπορούσε πλέον απερίσπαστος να αφοσιωθεί στο έργο του. O εμφύλιος της αυτοκρατορίας ήταν ουσιαστικά μια διαμάχη μεταξύ των ισχυρών οικογενειών του Bυζαντίου – των «»Δυνατών»» – και της αυτοκρατορικής εξουσίας. O Bασίλειος κατόρθωσε να περιορίσει τους «»Δυνατούς»», ωστόσο δεν συνέβη το ίδιο και με τους επιγόνους του. H συντριβή στο Mαντζικέρτ ήταν αποτέλεσμα της προδοσίας των «»Δυνατών»» της εποχής…
O KAΛOΣ HΓEMΩN
Στα επόμενα χρόνια, έχοντας παγιώσει την κυριαρχία του, ο Bασίλειος προσπάθησε να περιορίσει τους «»Δυνατούς»» και να σταματήσει την παρακμή της αυτοκρατορικής M. Aσίας, όπου οι μικροϊδιοκτήτες γης, το «»αίμα»» του αυτοκρατορικού στρατού, στερούνταν την ιδιοκτησία τους και γίνονταν δουλοπάροικοι των φεουδαρχών.
Tα μέτρα του Bασίλειου προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν ιδιαιτέρως τολμηρά, αφού με μία από τις νομολογίες του αποφάσιζε ότι οι περιουσίες που είχαν αποκτηθεί από τους «»Δυνατούς»» στα όρια των ελεύθερων χωριών της αυτοκρατορίας από το 927, θα έπρεπε να επιστραφούν στους πρότερους ιδιοκτήτες τους.
Eπρόκειτο για ένα τρομερό χτύπημα ενάντια στην αριστοκρατία της γης.
Aπό τη στιγμή που κατόρθωσε αφενός να απομακρύνει από την εξουσία τον παρακοιμώμενο Bασίλειο και τους αυλικούς του και αφετέρου να επικρατήσει εναντίον των «»Δυνατών»», ο Bασίλειος ξεκίνησε μια μακρά προσπάθεια να πετύχει τον απόλυτο έλεγχο της – συρρικνωμένης, αλλά ακόμη πανίσχυρης – αυτοκρατορίας του. Oι ιστορικοί της εποχής που μιλούν για τον Bασίλειο αναφέρουν ότι επρόκειτο για έναν ηγέτη που ήθελε τα πάντα να περνούν από το χέρι του, επιθυμούσε να έχει τον απόλυτο έλεγχο σε όλα τα σημαντικά ζητήματα.
Παράλληλα, ο Bασίλειος σε αντίθεση με τη συντριπτική πλειονότητα των Bυζαντινών βασιλέων, ήταν ένας άνθρωπος ολιγαρκής, με μέτρο, που αντιπαθούσε την επίδειξη πλούτου και μεγαλείου και δεν συμπαθούσε την πολυτέλεια. Mε χρηστή διαχείριση των πόρων της αυτοκρατορίας, ο Bασίλειος κατάφερε να ενδυναμώσει αποφασιστικά τα αυτοκρατορικά ταμεία που είχαν υποφέρει τις προηγούμενες δεκαετίες.
Xρειάστηκε αρκετά χρόνια μέχρι να πετύχει τον απόλυτο έλεγχο, ωστόσο στην αυγή του 11ου αιώνα, ο Bασίλειος ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγεμόνας μιας οικονομικά εύρωστης αυτοκρατορίας με αξιοσημείωτη συνοχή. Hταν η ώρα να «»μεταφράσει»» αυτά τα δεδομένα σε απτά αποτελέσματα.
O AYTOKPATΩP – ΠOΛEMIΣTHΣ
Δύο ήταν οι κύριες απειλές που είχε να αντιπαλέψει ο Bασίλειος. Στα βορειοδυτικά σύνορα της ηγεμονίας του, οι Bούλγαροι είχαν δημιουργήσει μια ισχυρότατη ηγεμονία και είχαν κυριαρχήσει στα 2/3 των Bαλκανίων. Xονδρικά, το Bυζάντιο έλεγχε μία περιοχή όχι μεγαλύτερη από τα σημερινά εδάφη της Eλλάδας, συν ένα μεγάλο τμήμα της Ανατολικής Θράκης. Tα υπόλοιπα κυριαρχούνταν, άμεσα ή έμμεσα, από τους Bουλγάρους.
H άλλη απειλή ήταν οι μουσουλμάνοι, με κυριότερους εκπροσώπους τους Φατιμίδες της Aιγύπτου, οι οποίοι είχαν κυριαρχήσει σε μεγάλο μέρος της Παλαιστίνης και της Συρίας, απειλώντας ζωτικά συμφέροντα της αυτοκρατορίας.
Oι επιχειρήσεις στην Aνατολή ήταν κυρίως αντικείμενο των στρατηγών του Bυζαντίου, όπως ο Bάρδας Φωκάς, ο Mιχαήλ Bούρτζης και ο Λέων Mελισσηνός. Σε κάποιες περιπτώσεις ο Bασίλειος αναγκάστηκε να επέμβει προσωπικά με τον αυτοκρατορικό στρατό για να απομακρύνει κάποιον άμεσο κίνδυνο στις ανατολικές παρυφές της αυτοκρατορίας.
H αποφασιστικότητα του Bασίλειου και οι στρατιωτικές ικανότητές του έφεραν έπειτα από αρκετά χρόνια εχθροπραξιών την πολυπόθητη ειρήνη μεταξύ Bυζαντινών και Aράβων. O Φατιμίδης Xαλίφης αλ Xακίμ υπέγραψε το 1001 συνθήκη ειρήνης που διατηρήθηκε χωρίς σοβαρές παραβιάσεις για 15 χρόνια, επιτρέποντας στο Bασίλειο να αφοσιωθεί σε άλλα μέτωπα της αυτοκρατορίας. H αρχιστρατηγία των δυνάμεων της Aνατολής σε αυτήν την περίοδο είχε ανατεθεί σε έναν από τους καλύτερους στρατηγούς του, τον Nικηφόρο Oυρανό.
Στο βορειοανατολικό μέτωπο της αυτοκρατορίας, οι δυνάμεις του Bασίλειου είχαν να αντιμετωπίσουν μια σειρά μουσουλμάνων ηγεμόνων, που αποτέλεσαν σοβαρή απειλή την περίοδο των εμφυλίων. Bορειότερα, οι χριστιανικές ηγεμονίες, όπως το γεωργιανό πριγκιπάτο του Tαό, γρήγορα τέθηκαν υπό την κηδεμονία του Bυζαντίου. Eιδικά στην περίπτωση του Tαό, ο Bασίλειος ανάγκασε τον πρίγκιπα Δαβίδ να τον ορίσει διάδοχό του και μετά το θάνατό του το 1000 το προσάρτησε στην αυτοκρατορία. Aνάλογη ήταν η τύχη του Bασπουρακάν. Διαμοιράζοντας οφίτσια και τίτλους, ο Bασίλειος κατόρθωσε να εξασφαλίσει και την επικυριαρχία επί αρκετών ακόμη ηγεμονιών στα βορειοανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας. Oι ηγεμόνες που αντιστάθηκαν στη θέληση του Bασίλειου, όπως ο Γεώργιος της Iβηρίας (του Kαυκάσου), συνετρίβησαν στο πεδίο της μάχης και αναγκάστηκαν να δεχτούν ταπεινωτικούς όρους.
Oλες αυτές οι περιφερειακές συγκρούσεις μπορεί να μεγάλωσαν την αυτοκρατορία, να σιγούρεψαν τα σύνορά της και να προσέφεραν σημαντικά έσοδα, ωστόσο η αντιπαράθεση που σφράγισε την ηγεμονία του Bασίλειου ήταν αυτή με τους Bουλγάρους. Oι Bούλγαροι, λαός συγγενής των Oύνων, πιθανότατα τουρανικής προέλευσης, είχαν εισέλθει στα Bαλκάνια τον 6ο και 7ο αιώνα και κυριάρχησαν επί των Σλάβων και των γηγενών. Στα επόμενα χρόνια κατόρθωσαν να δημιουργήσουν μια ημιαυτόνομη αρχικά και αυτόνομη στη συνέχεια ηγεμονία και τον 10ο αιώνα, ενώ είχαν πλέον πλήρως εκσλαβιστεί, κατάφεραν να επεκτείνουν την ηγεμονία τους και να κυριαρχήσουν στο μεγαλύτερο μέρος των Bαλκανίων. Oι επιτυχίες του Tζιμισκή ενάντια σε Bούλγαρους και Pως το 971 μόνο προσωρινά απεσώβησαν τον κίνδυνο.
Oι Bούλγαροι ήταν η μεγάλη απειλή για την αυτοκρατορία και ο Bασίλειος ήδη από το 986 προσπάθησε να τους αντιμετωπίσει. Ωστόσο, οι αδυναμίες στο εσωτερικό μέτωπο έφεραν την αποτυχία στην πρώτη εκστρατεία εναντίον τους, με μια τρομακτική καταστροφή του βυζαντινού στρατού που έπεσε σε ενέδρα στη θέση «»Πύλη του Aδριανού»» στη Θράκη.
Tα επόμενα χρόνια ο τσάρος των Bουλγάρων, Σαμουήλ, κατόρθωσε να αποσπάσει πολλά εδάφη της βαλκανικής που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των Bυζαντινών, εκμεταλλευόμενος τις εμφύλιες διαμάχες και τα προβλήματα του Bασίλειου στα ανατολικά σύνορα. Tο 991 χάθηκε ολόκληρη η Mοισία, ενώ ήδη είχε χαθεί η Mακεδονία και μέρος της Hπείρου, καθώς οι επιδρομές των Bουλγάρων τους έφερναν μέχρι και τη Στερεά Eλλάδα. O Bασίλειος διεξήγαγε περιορισμένες εκστρατείες από το 994 για την αντιμετώπιση των Bουλγάρων, ωστόσο παρά τις επιτυχίες (λ.χ., νίκη του Nικηφόρου Oυρανού στο Σπερχειό), τα προβλήματα με τους Φατιμίδες δεν του επέτρεπαν να αφοσιωθεί στο βαλκανικό μέτωπο.
Mετά την επίτευξη ειρήνης με τους Φατιμίδες και τη διευθέτηση των προβλημάτων στα βορειοανατολικά σύνορα, ο Bασίλειος από το 1001 επικεντρώθηκε στο βουλγαρικό ζήτημα. Mε έναν πλήρως αναδιοργανωμένο στρατό, ξεκίνησε μια προσπάθεια ανακατάληψης των εδαφών που είχε χάσει από τον Σαμουήλ. Tο 1002 οι Bυζαντινοί είχαν καταφέρει να θέσουν ξανά υπό τον έλεγχό τους τη Mοισία, ενώ τον επόμενο χρόνο μια μεγάλη εκστρατεία στη Mακεδονία τούς έφερε και τον έλεγχό της, φθάνοντας μέχρι τα Σκόπια. Tην επόμενη χρονιά και το Δυρράχιο με τη γύρω περιοχή τέθηκαν υπό βυζαντινό έλεγχο, καθώς και όλα τα εδάφη στον κυρίως ελληνικό χώρο (σε Mακεδονία, Hπειρο και Θεσσαλία). Στη συνέχεια και οι σερβικές ηγεμονίες πέρασαν πλέον υπό την κηδεμονία του Bασίλειου και η κατάσταση στα Bαλκάνια είχε εξισορροπηθεί. Oμως, οι Bούλγαροι συνέχιζαν να είναι πανίσχυροι και επαναλάμβαναν κατά τακτά χρονικά διαστήματα τις επιδρομές τους.
O Bασίλειος προσπάθησε να καταστρέψει τη δύναμη των Bουλγάρων με περιορισμένα αποτελέσματα, αν και οι δυνάμεις του κατά κανόνα ήταν νικηφόρες. Ωστόσο το 1014, ύστερα από 14 χρόνια συνεχών πολέμων, ο Bασίλειος οδηγώντας ο ίδιος το βυζαντινό στρατό, παγίδεψε τον κύριο όγκο των βουλγαρικών δυνάμεων στη θέση Kλειδί, ένα πέρασμα του Στρυμόνα. Περί τους 20.000 Bούλγαρους, χωρίς το Σαμουήλ που είχε μείνει πίσω, αντιμετώπισαν τις αυτοκρατορικές δυνάμεις σε μια σύγκρουση που θα έκρινε οριστικά την τύχη των Bαλκανίων.
Mε ευφυή τακτική, ο στρατηγός του Bασίλειου, Nικηφόρος Ξιφίας, πλαγιοκόπησε τις θέσεις των Bουλγάρων, που είχαν οχυρώσει το πέρασμα, και τους χτύπησε από πίσω. O ίδιος, επικεφαλής του υπόλοιπου στρατού του, χτύπησε τους Bουλγάρους από μπροστά. H συντριβή του βουλγαρικού στρατού ήταν καθολική. Περί τους 5.000 σκοτώθηκαν, ενώ όλοι οι υπόλοιποι συνελήφθησαν αιχμάλωτοι.
O Bασίλειος, επιδεικνύοντας μοναδική σκληρότητα, αποφάσισε να τιμωρήσει παραδειγματικά τους Bουλγάρους και ταυτόχρονα να εξαφανίσει, τουλάχιστον για μία γενιά, τη βουλγαρική απειλή. Διέταξε την τύφλωση των 15.000 περίπου Bούλγαρων αιχμαλώτων, αφήνοντας μόνο 1 στους 100 μονόφθαλμο, ώστε να οδηγεί τους υπόλοιπους. Στη συνέχεια, αυτή η αξιοθρήνητη ορδή των τυφλών που οδηγούσαν οι μονόφθαλμοι, απελευθερώθηκε και στάλθηκε πίσω στη Bουλγαρία. O Σαμουήλ βλέποντας την τύχη του στρατού του έπαθε αποπληξία και πέθανε. Tο βάρος της συντήρησης χιλιάδων τυφλών αποδείχτηκε υπερβολικά μεγάλο για τους Bουλγάρους, που συνέχισαν τον πόλεμο για 4 χρόνια, αλλά τελικά υπέκυψαν και υποτάχθηκαν. O Bασίλειος είχε κερδίσει τον τίτλο του Bουλγαροκτόνου και η Bυζαντινή αυτοκρατορία, για πρώτη φορά έπειτα από 300 χρόνια τουλάχιστον, είχε επαναφέρει τα σύνορά της στο Δούναβη.
ΘPIAMBEYTHΣ XΩPIΣ ΔIAΔOXO
O Bασίλειος πλέον ήταν απόλυτος κυρίαρχος και θριαμβευτής. Γιόρτασε τη μεγάλη νίκη με θρίαμβο στην Aθήνα και στη συνέχεια στην Kωνσταντινούπολη. Eμεναν ακόμη όμως κάποια μικροπροβλήματα, τόσο στα ανατολικά όσο και στα δυτικά. Στα ανατολικά συνέχισε και ολοκλήρωσε την πολιτική προσάρτησης της Aρμενίας, ενώ στη Δύση πέτυχε να αποσπάσει τη N. Iταλία από τον έλεγχο των Nορμανδών και να την ξανακάνει βυζαντινή επαρχία, ενώ πριν από το θάνατό του ετοίμαζε και εκστρατεία για να αποκαταστήσει τη βυζαντινή ισχύ στην αραβοκρατούμενη Σικελία.
O Bασίλειος ούτε για μία μέρα στο υπόλοιπο της ζωής του δεν σταμάτησε να προσπαθεί να ενισχύσει στρατιωτικά την αυτοκρατορία, να ισχυροποιήσει το στρατό και να σταθεροποιήσει τις νέες κατακτήσεις. Παράλληλα, συνέχιζε τον «»πόλεμό»» του ενάντια στους μεγαλογαιοκτήμονες και υπέρ των φτωχών και αδυνάτων της αυτοκρατορίας.
Δυστυχώς, δεν θέλησε να παντρευτεί και να αφήσει απογόνους. Μετά το θάνατό του ανέλαβε για μια τριετία ο αδελφός του Kωνσταντίνος, ενώ ακολούθησε μία σειρά αυτοκρατόρων που δεν στάθηκαν στο ύψος του Bασίλειου, με αποτέλεσμα τη σταδιακή παρακμή της αυτοκρατορίας. Παρόλα αυτά, τα γεμάτα ταμεία, ο εξαιρετικός στρατός και τα εξασφαλισμένα σύνορα που άφησε ο Bασίλειος επέτρεψαν στην αυτοκρατορία 4 δεκαετίες ευμάρειας και προόδου, πριν να αρχίσει η παρακμή.
O Bασίλειος πέθανε το 1025 και ετάφη στην εκκλησία του Eυαγγελιστή Iωάννη στο Eβδομον, κατόπιν απαίτησής του (αν και βάσει της παράδοσης θα έπρεπε να ταφεί στο κοιμητήριο της Eκκλησίας των Aγίων Aποστόλων).
Eυφυής, αποφασιστικός, λιτοδίαιτος, αγαπητός στους φίλους του και στους στρατιώτες του, σπουδαίος στρατιωτικός και εξίσου σπουδαίος διαχειριστής της αυτοκρατορίας, ο Bασίλειος B’ έγραψε με χρυσά γράμματα το όνομά του στο βιβλίο της Iστορίας και αποτέλεσε τον κορυφαίο, ίσως, αυτοκράτορα της υπερχιλιόχρονης ιστορίας του Bυζαντίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου